* Απαγορεύονται οι ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΟΙ !!!

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

KNOW HOW: ΠΩΣ ΝΑ ΨΗΣΕΤΕ ΤΕΛΕΙΑ ΑΡΝΙΣΙΑ ΠΑΪΔΑΚΙΑ


Τρυφερά και πεντανόστιμα, με εκείνη τη λεπτή γραμμή λίπους να αγκαλιάζει περιμετρικά το κόκαλό τους, που όταν ψήνεται και τραγανίζει, έτσι ζεστά όπως είναι, εκτινάσσουν τους γευστικούς μας κάλυκες στον αέρα στην πρώτη κιόλας δαγκωνιά. Έχω την αίσθηση ότι τα παϊδάκια στα κάρβουνα είναι από εκείνα τα φαγητά – φαγητό δεν το λες, αλλά φρούτο όπως έλεγε και ο παππούς μου- που κυλά μέσα στο DNA του Έλληνα. Είναι σαν μια εξίσωση στο μυαλό μας: «Κυριακή, κήπος, βεράντα, χασαποταβέρνα, οικογένεια, φίλοι, χαλαρότητα, ψησταριά, κάρβουνο, τσίκνα, αμαρτία, λίπος, παϊδάκια»!

Έχω δει πολλούς, καθώς κρατάνε ένα αρνίσιο παϊδάκι στο χέρι (το ρητό δεν ισχύει μόνο για το κοτόπουλο), να μισοκλείνουν τα μάτια καθώς ετοιμάζονται να γευτούν αυτή την πολύ απλή, αλλά απόλυτα ισορροπημένη μίξη τρυφερής σάρκας, λίπους, αλατιού και βουνίσιας ρίγανης….umami αδερφέ μου! Τώρα, πως γίνεται την επόμενη μέρα όλοι αυτοί να πηγαίνουν στον κρεοπώλη και να ζητάνε άπαχο μοσχάρι δεν το έχω καταλάβει!!! Αλλά αυτό είναι μια πονεμένη συζήτηση.




ΠΑΪΔΑΚΙ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ

ΤI ΕΙΝΑΙ: Τα πλευρά του ζώου, κοινώς για τους Γάλους (κοτολέτες). Επειδή δεν επαρκούν, οι κρεοπώλες κόβουν συνήθως «παϊδάκια» και από το μπούτι, πράγμα που εμένα με χαλάει.
Τα γνήσια παϊδάκια, έχουν λεπτό, μακρύ κόκαλο με κρέας κατά μήκος τους, που καταλήγει σε κυκλικού σχήματος ψαχνό. Τα παϊδάκια μπουτιού είναι συνήθως οβάλ, με στρογγυλό κόκαλο στο κέντρο και αν του φύγει και ο μπαλτά του χασάπη ή του ταβερνιάρη και κόψει κότσι, μασάς και τσίχλα…

ΙΔΑΝΙΚΟ ΠΑΧΟΣ: Περίπου 1 εκ. για τα αυθεντικά παϊδάκια και 1,5 εκ. για τα παϊδάκια από μπούτι. Επειδή όμως όλα κόβονται με τον μπαλτά πρέπει ο άλλος να είναι μάστορας για να πετύχει ίδιο πάχος. Επίσης τα παϊδάκια από μπούτι κομμένα με μπαλτά, θέλουν προσοχή καθώς έχουν θραύσματα από κόκαλα.


ΠΑΪΔΑΚΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ 

ΚΑΡΒΟΥΝΑ: Υπολογίζουμε περίπου 15΄- 20΄ψήσιμο ανάλογα το πάχος που έχουν τα παϊδάκια. Η θράκα, χωνεμένη μέτρια προς δυνατή (να αντέχει το χέρι περίπου 8 δευτερόλεπτα σε ύψος 8-10 εκ.). Σε αυτό το ύψος τοποθετείτε και τη σχάρα. Την προθερμαίνετε για 10΄ και την αλείφετε με λεμόνι και ελάχιστο ηλιέλαιο. Αν δεν είναι καλά χωνεμένη η φωτιά να ξέρετε ότι θα έχετε αναφλέξεις λόγω λίπους. Ψήνετε από τη μία πλευρά για περίπου 5΄. Πρέπει να αρχίσει να «λιώνει» και να στάζει το λίπος. Ελέγχουμε τακτικά τη φωτιά και, αν χρειαστεί, συμπληρώνουμε κάρβουνα που έχουμε ανάψει σε σκάφη ή κουβά δίπλα (ποτέ «ζωντανά» και μαύρα). Όταν τα παϊδάκια ροδίσουν από την κάτω πλευρά και ξεκολλάνε, τα γυρίζετε και τα ψήνετε για 5΄. Ψήνετε για άλλα 5-10΄, γυρίζοντάς τα τακτικά. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζετε ομοιόμορφο ψήσιμο, αποφεύγοντας το ανεπιθύμητο, δυσάρεστο «καρβούνιασμα».

ΓΚΑΖΙ: θα χρειαστείτε περίπου 25΄-30΄ ψήσιμο ανάλογα το πάχος που έχουν τα παϊδάκια. Προθερμαίνετε τη σχάρα για 10΄και την αλείφετε με λίγο ηλιέλαιο. Καλό είναι να επιλέξετε σχάρα ή ραβδωτή πλάκα με οπές, ώστε να στάζουν τα λίπη. Ψήνετε αρχικά για περίπου 7-8΄. Προσοχή, γιατί το λίπος που θα αρχίσει να στάζει μπορεί να φουντώσει τις φλόγες της ψησταριάς, γι αυτό γυρίζετε πιο τακτικά και έχετε πάντα δίπλα σας ένα ψεκαστήρα με νερό.

ΠΡΟΣΟΧΗ! Μερικά κομμάτια από το μπούτι (που έχουν περισσότερο ψαχνό) μπορεί να χρειαστούν λίγα λεπτά επιπλέον. Ωστόσο ακόμα και αν κρατάνε λίγο, κοινώς είναι medium, ειδικά αυτά του μπουτιού, είναι πολύ νόστιμα.



ΑΛΑΤΙΣΜΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Όταν είναι έτοιμα τα παϊδάκια, τότε αλατίζετε με χοντρό θαλασσινό αλάτι ή με ένα μίγμα από αλάτι και ρίγανη ή αλάτι και θρούμπι! Να ξέρετε ότι τους πάει και το θυμάρι.


Κάποιο προσθέτουν και λίγο λεμόνι, που, πέρα από το ότι μας προστατεύει από τις βλαβερές συνέπειες του ψησίματος στα κάρβουνα, ταιριάζει πολύ με το αρνίσιο κρέας λένε, αλλά εγώ τα προτιμώ σκέτα. Αν τώρα θέλετε να αποφύγετε την οξύτητα του λεμονιού, που θεωρώ ότι εξουδετερώνει αυτή τη μαγική αίσθηση του καπνισμένου λίπους και της ψημένης σάρκας, τότε προτείνω σουμάκι, κοινώς ρούδι ή βυρσιά στην Ελλάδα (θα το βρείτε στα καταστήματα με μπαχαρικά). Επίσης, αν το αναμίξετε με κρεμμύδι κομμένο σε ροδέλες και το ρίξετε δίπλα στο παϊδάκι, θα το απογειώσετε! Αν είναι να κάνουμε αμαρτία να την κάνουμε ολοκληρωμένη.


Μυρσίνη Λαμπράκη
Πηγή: www.meatandgrillstories.com

Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Οι νόμοι του μπάρμπεκιου που κάθε παρέα οφείλει να σέβεται


Δέρνουμε αλύπητα τον φίλο που λέει «ποιος θα τα φάει όλα αυτά;».



Δεν τσιγκουνευόμαστε τα κάρβουνα. Τα μαθηματικά είναι απλά: πολύ κρέας σημαίνει πολλά κάρβουνα. Οπότε φρόντισε να πάρεις μπόλικο απόθεμα.

Κρέας παίρνεις πάντα από τον χασάπη σου. Καλύτερα να βγει λίγο πιο ακριβό το μαλλί, παρά να φάτε σαπίλα.

Αν είσαι τίμιος και σωστός, φροντίζεις να το έχεις καθαρίσει από την προηγούμενη νύχτα.

Προνοείς πάντα για καρέκλες και σκαμπό. Γιατί όλο και κάποιος μπορεί να σκάσει.

Δεν υπάρχει το «θα φέρω εγώ τις μπίρες». Όλοι φέρνουν μπίρες γιατί απλούστατα δεν φτάνουν ποτέ.



Παιδιά, αν είναι να σας πρήξει ο vegan φίλος, ειλικρινά, μην τον καλέσετε. Δεν είναι όλα για όλους.

Ο κολλητός με παιδί δεν είναι πρόβλημα. Οι κολλητοί με πολλά παιδιά που δεν βγάζουν τον σκασμό, είναι ένα θέμα.

Ναι ναι, εννοείται πρέπει να παίζει και κοκακόλα στο τραπέζι.

Πριν χρησιμοποιήσεις την σχάρα, θυμήσου να την έχεις καθαρίσει και να την έχεις περάσει με λεμόνι.



«Σκορδόψωμο παιδιά, το σκορδόψωμο με λιωμένο τυρί μην ξεχάσουμε».

Ξέχνα το ψήσιμο με βάρδιες. Αν έχεις άχρηστους τριγύρω σου, καλύτερα να το κάνεις μόνος σου.

Παϊδάκια, κεφτέδες, λουκάνικα, κοτόπουλο, μπριζολες, σουβλάκια. Είναι must για το μπάρμπεκιου.

Τι θα πει δεν πήρες πανσέτες; Προφανώς και παίρνεις πανσέτες. Δεν νοείται τραπέζι BBQ χωρίς πανσέτες.

Τα κρέατα χρειάζονται δύο πράγματα: καθάρισμα και μαρινάρισμα σε αλατοπίπερο. Οτιδήποτε άλλο μπαίνει μετά το ψήσιμο.


Το σκόρδο είναι απαραίτητο. Η καστανή ζάχαρη προαιρετική. Αλλά κάτι ξέρουν οι Νότιοι στην Αμερική που την βάζουν στο χοιρινό.

Χωρίς πιρούνα και τσιμπίδα είσαι σαν φαντάρος γιωτάς. Εξοπλίσου ρε.

Αν ψήνεις παϊδάκια κοτόπουλο, άφησε τα την προηγούμενη νύχτα μέσα στο ξίδι. Θα γίνουν μαλακά και τρυφερά.



Το ψήσιμο θέλει υπομονή. Η μέτρια φωτιά για χοντρό κρέας είναι η καλύτερη. Και γιατί το κρέας θα παραμείνει ζουμερό και γιατί θα ψηθεί πιο σωστά.

Τα λουκάνικα μπαίνουν πρώτα μαζί με τους κεφτέδες. Θα βγουν πιο γρήγορα από τα υπόλοιπα κρέατα. Επίσης ότι έχει να κάνει με κοτόπουλο, πρέπει να ψήνεται καλά.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τσιμπάς λουκανικάκι πάνω από τη σχάρα. Ύπουλε.


Ξέχνα τα καψαλίσματα που κάνουν οι ταβέρνες στα αρνίσια παϊδάκια. Πρέπει να είναι καλοψημένα απ’ έξω και λίγο ροζέ από μέσα. Οπότε μην τα τοποθετείς ανάμεσα στα υπόλοιπα κρέατα, γιατί το πιο πιθανό είναι πως θα αρπάξουν.

ΜΗΝ ΜΕΘΑΤΕ ΤΟΝ ΨΗΣΤΗ. Θα φάτε μπριζόλες λάστιχο στην καλύτερη και κάρβουνο στην χειρότερη.

Τα κρέατα που βγαίνουν από την φωτιά, πρέπει να μείνουν στο πιάτο για κάνα δεκάλεπτο ώστε να κρατήσουν τα ζουμιά τους. Αν τα κόψεις αμέσως, το ζουμί από τις ίνες θα φύγει στο πιάτο.

Κέτσαπ και μουστάρδες στα κρέατα βάζουν τα αμερικανάκια. Η ελληνική παράδοση θέλει λεμόνι και τζατζικάρα στο πιάτο.

Δέρνουμε αλύπητα τον φίλο που λέει «ποιος θα τα φάει όλα αυτά;».



Στον φίλο που λέει «δεν θα φάω άλλο μην παχύνω» τον γδύνετε και τον βάζετε μπρούμυτα πάνω στη σχάρα.


Αν δεν μυρίζεις τσίκνα μετά από το ψήσιμο, δεν λέγεσαι ψήστης.


Μπροστά στις γυναίκες είμαστε κόσμιοι. Οπότε το ρέψιμο ας περιοριστεί για άλλη μέρα.


Στο BBQ υπάρχει jacket πατάτα τυλιγμένη σε αλουμινόχαρτο, η οποία συνοδεύεται με βούτυρο. Η τηγανητή είναι μόνο για τα σουβλάκια.

Μετά τα κρεατικά, θέλει είτε προφιτερόλ είτε γαλακτομπούρεκο. Νόμος.


Δεν λέμε να πεις στους καλεσμένους να μαζέψουν, αλλά μπορούν να σου πετάξουν τα σκουπίδια.

Ό,τι μπίρα περισσέψει, μπαίνει ψυγείο και καταναλώνεται την επόμενη με σουβλάκια.

Πηγή: Ratpack.gr

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

Νέα Ελληνική Κουζίνα. Ε, δεν είπαμε κι έτσι, βρε παιδιά...

 Θα φτάσει η εποχή που θα λέμε moussakas και οι νέοι
θα νομίζουν πως είναι η πρωτεύουσα της Λιβερίας



Αγαπώ τους καλούς Έλληνες σεφ, τους παλιότερους αλλά και τα νέα λαμπερά αστέρια, τους παρακολουθώ, με ενθουσιάζουν πολλές φορές. Kαι την ελληνική κουζίνα αγαπώ τρελά, έχω σχέση καυτή μαζί της και δεν τη βάζω δίπλα σε καμία (Ελλαδάρα, ολέ). Σιγά τα λάχανα, θα μου πείτε, κι εσείς το ίδιο κάνετε. Αυτή μας μεγάλωσε όλους, αυτήν ξέρουμε κι αυτήν εμπιστευόμαστε. Θα έλεγε κανείς ότι και οι νέοι σεφ, που στις μέρες μας βγαίνουν στο επάγγελμα κατά δεκάδες, τώρα που η «Νέα Ελληνική Κουζίνα» βρίσκεται στα πάνω της και αποθεώνεται στους καταλόγους των περισσότερων νέας κοπής εστιατορίων, θα πέφτανε μονοί διπλοί, θα τη μαθαίνανε μέχρι και την τελευταία της συνταγή και σάλτσα, θα την πειράζανε με έμπνευση και μαεστρία τόσο όσο να περάσει στη σύγχρονή της εκδοχή, κι ύστερα θα τη διαδίδανε και καημό θα είχαν να την ανεβάσουν στο βάθρο δίπλα στις πιο ξακουστές του κόσμου. Τα έχει τα φόντα η ελληνική κουζίνα για κάτι τέτοιο. Έχει αιώνων παράδοση, έχει γοητευτικές επιμειξίες, έχει ανεβοκατεβαίνοντας από Έβρο μέχρι Κρήτη κι από Επτάνησα μέχρι Κυκλάδες, πολλά νόστιμα πρόσωπα, έχει κι αυτά τα πραγματικά εξαιρετικά προϊόντα να την υποστηρίζουν. Τι συμβαίνει όμως και εεε... χμμμμ... έχω μπει σε μια ανησυχία; 

Proudly (not)
Ο Έλληνας για την κατσαρόλα που τον μεγάλωσε μοιάζει να μην τρέφει καμιά εκτίμηση. Δεν νιώθει αυτοπεποίθηση, δεν είναι σίγουρος, δεν είναι περήφανος. Αλλιώς, δεν εξηγείται πώς αποτάσσει μετά βδελυγμίας το μουσακά, το σουβλάκι και τη χωριάτικη, κάνει τα πάντα για να τα αφήσει όλα αυτά πίσω του και πασχίζει να της βρει καινούργιο πρόσωπο για να ταξιδέψει. 

Έτσι, όλο τον τελευταίο καιρό τρώω δεξιά-αριστερά «νέα ελληνική κουζίνα», δηλαδή τρώω αποδομημένα γιουβαρλάκια, τα άπαντα των εκδοχών του τραχανά –κι εκεί, όταν τρώμε τραχανότο με καβούρι νιανιά και λάδι μαϊντανού σε ποτήρι του μαρτίνι, καλυπτόμαστε και ιδεολογικά αφού πήραμε το ταπεινό υλικό του χωριού και το βάλαμε στα σαλόνια. Tρώω φάβα Σχοινούσας με παστελάκι (ναι, ολόγλυκο) λιαστής ντομάτας, σαλάτες με βινεγκρέτ βασιλικού και ψιλοκομμένα συριανά λουκούμια (εκεί να δεις γλύκα), τριλογίες αλοιφών που ρίχνω τα χαρτιά να καταλάβω ποιο είναι το τζατζίκι, ποια η μελιτζανοσαλάτα και ποιος ο ταραμάς, τρώω πιάτα με «φοβερές τεχνικές», «διακριτές υφές» και προϊόντα εξαιρετικά που, αν με ρωτήσεις την άλλη μέρα, ούτε που θυμάμαι να στα πω – τόσο αδιάφορα, τόσο ίδια είναι τα περισσότερα. Πρόσφατα και μέσα στο καλοκαίρι, τρώω σε γραφικό νησιώτικο ταβερνάκι ψάρι παραγαδίσιο και πεντάφρεσκο ξαπλωμένο σε «μαξιλαράκι» από πουρέ μελιτζάνας.



Και θέλω να ρωτήσω τον συμπαθέστατο σεφ... Πού ξανακούστηκε μέσα στο ακρογιάλι, με τους 42 βαθμούς του καύσωνα ψάρι με πουρέ μελιτζάνας; Μήπως να διάλεγες μια ντομάτα από το διπλανό της ταβέρνας μποστάνι, ένα κρεμμύδι τραγανό, δυο πρέζες θρούμπι κι άλλες δυο αλάτι μαζεμένο από το βράχο απέναντι; Ένα πιάτο χόρτα ζεστά από αυτά της ελληνικής γης, λουσμένα στα αρώματα του λεμονιού και το λάδι το ελληνικό; Κολοκυθάκια, μπρόκολα, ένα κουνουπιδάκι; Αυτή είναι η παγκόσμια τάση. Απλότητα, παράδοση και τα προϊόντα του τόπου. Τον πουρέ μελιτζάνας πώς τον σκέφτηκες; Τη μελιτζάνα έμαθες να τη μαγειρεύεις σε μοσχαράκι κοκκινιστό της κατσαρόλας; Σε ιμάμ; Σε παπουτσάκια; Στο τηγάνι με μερακλίδικη σάλτσα φρέσκιας ντομάτας, πατημένη στα σκόρδα; Σε μουσακά; Πρόλαβες να τα μάθεις όλα αυτά τα αγαπημένα του Έλληνα φαγάκια απ’ έξω κι ανακατωτά, τα βαρέθηκες κι έβαλες πουρέ μελιτζάνας δίπλα στην ψαρούκλα;

Food & The City
Από την άλλη παρακολουθώ τις φίλες, ή ας πούμε μια σημερινή μαμά που είναι 40χρονη και μεγαλώνει παιδιά ηλικίας, ας πούμε και πάλι, από 5 έως 20 χρονών. Η μαμά αυτή συνήθως δουλεύει, είναι μέσα στην εποχή της, παρακολουθεί τις εκπομπές στην τηλεόραση, μαγεύεται από την όψη των πιάτων που της δείχνουν, μπαίνει με φούρια στην κουζίνα της. Και φτιάχνει μια τάρτα με χωριάτικο ζυμάρι (έτοιμο από το ράφι του σούπερ μάρκετ), γεμιστή με φακές, μανιτάρια (σιτάκε γιαπωνέζικα), τυριά τριμμένα ακαθορίστου προελεύσεως και δυο σταγόνες πετιμέζι από νυχτολούλουδα Καισαριανής – αυτά τα βρήκε στο ελληνικό deli της γειτονιάς της. Για μουσακά ούτε λόγος. Είναι πασέ, είναι κομποζέ, παχυντικός και χρονοβόρος. Επίσης, είναι και η γιαγιά των παιδιών που λείπει από το σπίτι, είναι ακόμη νέα, τρώει μια αποδομημένη σπανακόπιτα με τις φίλες της στο City Bistro. Κι αυτή πού να τρέχει τώρα να φτιάχνει μουσακάδες για τα εγγόνια... 



Κρακεράκια μουσακά 
Εμείς οι Έλληνες, λοιπόν, κάτι τέτοια παλιά τα αποκηρύσσουμε, τον moussakas και τη «ρετσινιά» του την πετάμε στον κουβά της ιστορίας. Θέλουμε «καινούργιο όχημα» για να λάμψουμε στο διεθνές στερέωμα με τη «νέα ελληνική κουζίνα» μας. Όμως, δεν είδα τους Ιταλούς να ντράπηκαν για την καρμπονάρα και την μπολονέζ τους. Ούτε τους Ισπανούς για την παέγια τους. Τα πήραν μαζί με πολλά ακόμη δικά τους, πρόσθεσαν και τα καινούργια τους πιάτα που ευθέως σε οδηγούν στη φαγοποτική τους ταυτότητα, και μαζί με όλα τούτα αναγόρευσαν τις κουζίνες τους στις καλύτερες του κόσμου. 

Και με τους πειραματισμούς, άμα με ρωτήσετε, δεν έχω απολύτως τίποτα. Αντίθετα πιστεύω πως μόνο με αυτούς μπορούμε να βγούμε σε νέα νόστιμα, σύγχρονα, μονοπάτια. Και όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν ξεχνώ τη χωριάτικη με το ντιπ φέτας και τις αραβικές πίτες του Χρύσανθου Καραμολέγκου, τα αποδομημένα ντολμαδάκια και το θεϊκό μοντέρνο φρικασέ του Χριστόφορου Πέσκια, το ζουμί αγριοράδικου-κακαβιάς του Μπαξεβάνη, το αλλιώτικο παστίτσιο του Γκίκα Ξενάκη και υπάρχουν και πολλοί ακόμη εξαιρετικοί Έλληνες σεφ, μεταξύ τους και αρκετοί νέοι. Αλλά δεν είναι όλοι εξαιρετικοί ή τουλάχιστον δεν είναι όλοι έτοιμοι. 



Η προσωπική φιλοδοξία του σεφ
Μιλάω προχτές με γνωστό, καλό νέο σεφ από αυτούς που έχω καταευχαριστηθεί φαΐ από τα χεράκια τους και μου λέει: «Εγώ, βρε Νενέλα μου, δεν θέλω να φτιάχνω κεφτέδες. Κι άμα με βάλεις να σου φτιάξω χοχλιούς μπουμπουριστούς, θα σου τους φτιάξω μούρλια. Αλλά δεν έγινα σεφ για να φτιάχνω τέτοια. Θέλω να κάνω κάτι “άλλο”, κάτι “καινούργιο” και “μοναδικό”». Αυτός, τουλάχιστον, πρώτον είναι ειλικρινής και εκφράζει θαρρετά την προσωπική του φιλοδοξία, δεύτερον δεν ονομάζει το πιάτο του ελληνικό, τρίτον, και ευτυχώς για όλους, μαγειρεύει θαυμάσια. Οι υπόλοιποι όμως νέοι σεφ που ψάχνονται και μου σερβίρουν λουκούμια μέσα στη σαλάτα που επειδή είναι συριανά και οι ίδιοι Έλληνες στην καταγωγή βαφτίζουν το πιάτο ελληνικό, θέλω να τους πω πως κι αυτωνών καταλαβαίνω την προσωπική φιλοδοξία αλλά προτιμώ να βαφτίσουν το πιάτο τους «Γιώργος Παπαδόπουλος», το όνομά τους δηλαδή. Και θέλω ακόμη να τους πω πως και ο Πικάσο δεν εμφανίστηκε ξαφνικά με την Γκουέρνικα. Είχε περάσει απ’ όλα τα στάδια της ζωγραφικής, το σχέδιό του ήταν άψογο και δουλεμένο βαριά πριν αποφασίσει να ζωγραφίσει ένα μάτι και δυο αυτιά συγκλονίζοντας την τέχνη για πάντα. Και τους προτρέπω, τους παρακαλώ δηλαδή, να μάθουν πρώτα πώς γίνονται τα πραγματικά γιουβαρλάκια, τα ντολμαδάκια, τα παστίτσια και τα γεμιστά, οι σκορδαλιές, τα σοφρίτα, τα μπουρδέτα, οι κακαβιές, οι γίδες οι κοκκινιστές με το χοντρό μακαρόνι, οι σωστές μελιτζανοσαλάτες, οι ηπειρώτικες πίτες, τα εξοχικά, τα γκιούλμπασι, τα σαβόρα, οι συκωταριές λαδορίγανη, οι μαγειρίτσες και τα εκατοντάδες άλλα ελληνικά φαγάκια που ξεχνάω, και τότε ας ξεκινήσουν να κάνουν πειραματισμούς. Που θα είναι καλοδεχούμενοι κι εμείς οι ίδιοι πρόθυμοι να τους αποδεχτούμε γιατί θα μας πηγαίνουν μπροστά χωρίς να μας αποκόβουν με το «πίσω». Οι πραγματικά καλοί Έλληνες σεφ, κι από αυτούς ευτυχώς διαθέτουμε πολλούς, την έχουνε κάνει αυτή την διαδρομή. Κι εκεί ησυχάζει λίγο η ψυχή μου.



Μαζί τα φάγαμε
Κι εμείς, το κοινό, ας πάρουμε το μερίδιο της ευθύνης μας για το μέλλον της (μοιάζει απαστράπτουσα αλλά δεν είναι τόσο, αυτήν τουλάχιστον τη στιγμή) ελληνικής κουζίνας. Και κάθε φορά που βγαίνουμε έξω για φαγητό και τρώμε κρακεράκι σαρδέλας με bubbles μέλι-βούκοβο πάνω σε πουρέ φάβας με βρώσιμη χλωροφύλλη να ξέρουμε ότι βγήκαμε για να διασκεδάσουμε κι όχι γιατί πεινάγαμε. Το φαγητό «έξω» είναι σήμερα το νέο είδος ψυχαγωγίας, η αφορμή για να πιάσουμε κουβέντα ζωηρή με τους συνδαιτυμόνες, επιμένοντας για ώρες πάνω από τη σωστή ή λάθος οξύτητα του μοσχολέμονου, κουβέντα που εξάλλου θα μας κάνει να γελάσουμε και θα μας βγάλει από σκοτούρες. Εύκολα, ναι. Νόστιμα και κυρίως ελληνικά, πολλές φορές όχι... 

της ΝΕΝΕΛΑ ΓΕΩΡΓΕΛΕ
Πηγή: http://www.athensvoice.gr

Τετάρτη 11 Μαΐου 2016

20 χρυσοί εθιμοτυπικοί κανόνες για το δείπνο που όλοι πρέπει να γνωρίζουν



Η γλώσσα του σώματος και οι τρόποι μας είναι τα δύο βασικά πράγματα που επιτρέπουν στους άλλους να σχηματίσουν μια πρώτη εντύπωση για εμάς.

Τηρώντας τους βασικούς κανόνες συμπεριφοράς στο δείπνο, είναι το κλειδί για να περάσετε καλά με τους φίλους και τους αγαπημένους σας.

Διαβάστε παρακάτω 20 από τους σημαντικότερους κανόνες που ο καθένας πρέπει να ξέρει.


1. Προσέξτε την στάση σας. Μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται πολύ άβολα αν κάποιος περνά όλο το βράδυ με το κεφάλι του να κοιτάζει συνεχώς κάτω στο πιάτο του, με καμπούρα στους ώμους ή απλωμένους τους αγκώνες. Δίνει την εντύπωση ότι όχι μόνο αυτός αισθάνεται άβολα για τον εαυτό του εκεί μέσα αλλά και ότι ενδιαφέρεται μόνο για το φαγητό. Έτσι θυμηθείτε να κρατάτε ίσια την πλάτη, τα χέρια σας στο τραπέζι και το κεφάλι σας επάνω μέχρι το επίπεδο των ματιών.

2. Μην αρχίσετε να τρώτε πριν τον οικοδεσπότη σας. Αυτό είναι αυτονόητο, δεν νομίζετε;

3. Προσέξτε τα μαχαιροπίρουνα. Σε κανέναν δεν αρέσει όταν το μαχαίρι σας ή το πιρούνι σας βρεθεί στον προσωπικό χώρο του διπλανού. Επίσης,είναι εντελώς περίεργο, αν χρησιμοποιείτε κουτάλι, όταν όλοι οι άλλοι χρησιμοποιούν πιρούνι. Έτσι χρησιμοποιείστε το μαχαιροπίρουνο μόνο για ό, τι πρέπει (σε περίπτωση αμφιβολίας, δείτε τι κάνουν οι άλλοι και αντιγράψτε τους). Κρατήστε στο χέρι μόνο αυτό το μαχαίρι ή πιρούνι που χρειάζεστε επί του παρόντος. Κρατήστε τα μαχαιροπίρουνα σας κοντά σε σας.

4. Όταν τρώτε,κρατήστε το μαχαιροπίρουνο κοντά στο στόμα σας. Μην μετακινείτε τα χέρια σας στο πλάι. Θα μπορούσε πολύ εύκολα να χυθεί κάτι στο τραπεζομάντιλο.

5. Μην μιλάτε με το στόμα σας γεμάτο. Δεν είναι μόνο δυσάρεστο, αλλά θα μπορούσατε επίσης να πνιγείτε, αν δεν είστε προσεκτικοί.

6. Ακόμα κι αν πραγματικά απολαμβάνετε το φαγητό σας, μην χτυπάτε τα χείλη σας.Είναι πραγματικά πολύ ενοχλητικό!

7. Φάτε με σταθερό ρυθμό. Ένα γεύμα δεν πρέπει να είναι ένας αγώνας. Εξ’ άλλου, όταν τρώτε πιο αργά είναι καλό για σας γιατί θα χορτάσετε γρηγορότερα, έτσι θα φάτε λιγότερο.

8. Θυμηθείτε τι σημαίνουν αυτές οι θέσεις στα μαχαιροπίρουνα:




9. Εάν πίνετε τσάι ή καφέ, μην χρησιμοποιήσετε κουτάλι. Αυτό είναι μόνο για ανακατέψτε την ζάχαρη.

10. Αν χρειαστεί να φύγετε από το τραπέζι για οποιονδήποτε λόγο, ζητήστε συγνώμη.

11. Αν χρειάζεστε κάτι πάνω στο τραπέζι,μην τεντώνεστε για να το πάρετε. Ζητήστε από κάποιον που είναι πιο κοντά, να σας το περάσει.

12. Μην αφήνετε το φαγητό που έχετε ξεκινήσει να τρώτε. Αν θέλετε να μιλήσετε με κάποιον, τελειώστε το φαγητό σας πρώτα.

13. Μην επικεντρώνεστε μόνο στο φαγητό σας. Δώστε προσοχή στο τι λένε οι άνθρωποι γύρω σας. Δείξτε ενδιαφέρον για τη συνομιλία.

14. Όταν τρώτε μακαρόνια, χρησιμοποιήστε κουτάλι και πιρούνι, ή κόψτε τα με ένα μαχαίρι. Διαφορετικά, μπορεί να φανείτε δυσάρεστοι.

15. Αποφύγετε την συζήτηση για την πολιτική, την θρησκεία ή τα χρήματα στο τραπέζι. Τα θέματα αυτά σπάνια οδηγούν σε κάτι καλό.

16. Πάντα κοιτάζετε αυτόν που σας μιλά. Μην διακόπτετε.

17. Δεν είναι λάθος να αφήσετε το τραπέζι. Απλά δεν μπορείτε να απουσιάσετε για μεγάλο χρονικό διάστημα.

18. Διατηρήστε έναν ήπιο τόνο στη φωνή σας ανά πάσα στιγμή.

19. Ποτέ μην ελέγχετε το μακιγιάζ ή τα μαλλιά σας στο τραπέζι.

20. Μην κοιτάτε το κινητό σας τηλέφωνο, ενώ είστε στο δείπνο. Αν θέλετε πραγματικά να δείτε το κινητό σας,τότε απομακρυνθείτε από το τραπέζι για λίγο και γυρίστε πίσω, όταν είστε σε θέση να εστιάσετε όλη την προσοχή σας στους άλλους.

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2015

Επειδή όλοι έχουμε δοκιμάσει... και ίσως το ξανά κάνουμε !!!

Ο γνωστός σεφ Jamie Oliver απέδειξε στο δικαστήριο ότι τα McDonald’s δηλητηριάζουν τους πελάτες τους!


Διατροφικό σκάνδαλο τεραστίου μεγέθους έφερε στο φως στην Αμερική ο γνωστός σεφ Jamie Oliver όταν διαπίστωσε πως στα χάμπουργκερ της αλυσίδας McDonald’s υπήρχε μια «ροζ βλέννα» («pink slime») ύποπτης προέλευσης.

Μετά από εργαστηριακές έρευνες δεν άργησε να αποδειχτεί πως αυτή η «ρόζ βλέννα» δεν ήταν τίποτε άλλο παρά διοξείδιο του αμμωνίου στο οποίο ξεπλένουν το μοσχαρίσιο λίπος. Η αποκάλυψη αυτή, εκτός του ότι έπεσε σαν κεραυνός στην διατροφικά κακομαθημένη αμερικανική κοινωνία, σήκωσε και θύελλα διαμαρτυριών τόσο από την επιστημονική κοινότητα όσο και από τους περισσότερο ευαισθητοποιημένους γύρω από τη διατροφή.

Κυριολεκτικά αποτροπιαστική είναι η εικόνα που έδωσε ο Jamie Oliver περιγράφοντας λίγο ως πολύ το χάμπουργκερ της γνωστής παγκόσμιας αλυσίδας: «Βασικά παίρνουμε ένα προϊόν το οποίο αρχικά δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια φτηνή σκυλοτροφή και προσθέτοντας αυτή την ουσία το δίνουμε σε ανθρώπους». Με την προσθήκη δηλαδή αυτής της ροζ βλέννας, του διοξειδίου του αμμωνίου, αυτή η «φτηνή σκυλοτροφή» απλώς μετατρέπεται σε βρώσιμη από τον άνθρωπο!».


Σε μια συνέντευξή του στην Daly Mail ο Oliver έδειξε πως από λίπος, δέρμα, λίπος και εντόσθια μπορεί να γίνει ένα μπέργκερ.
Μετά αναρωτήθηκε γιατί ένας λογικός άνθρωπος να φάει κάτι τέτοιο.

Μετά από αυτές τις κυριολεκτικά σοκαριστικές καταγγελίες του διάσημου σεφ, η McDonald’s αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να αλλάξει τη «συνταγή» της ενώ σε δήλωσή της δεσμεύτηκε να μην ξαναχρησιμοποιήσει την εν λόγω ουσία και βρίσκοντας άλλο τρόπο (;) να «αναπληρώνει» το βοδινό κρέας των χάμπουργκερ που παρασκευάζει. Στην ίδια της ανακοίνωση η εταιρεία δήλωσε πως ποτέ δεν χρησιμοποίησε διοξείδιο του αμμωνίου στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία, χωρίς όμως να διευκρινίζει ποια ακριβώς συνταγή χρησιμοποιεί σε όλες τις υπόλοιπες χώρες μηδέ εξαιρουμένης και της δικής μας.

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, επιτρέπει τη χρήση του διοξειδίου του αμμωνίου στις τροφές και δεν είναι υποχρεωτική η ενημέρωση του καταναλωτή γι’ αυτό.

Πηγή: http://tvtv.gr/

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Το Άριστα- Δέκα Μιας Μακαρονάδας

Στο γευστικό υποσυνείδητο του καθενός κατοικεί οπωσδήποτε ένα παστίτσιο ή μια μακαρονάδα με κιμά. Οπτικά θεσπέσια, σαν έργο-μαγειρικής-τέχνης, η μακαρονάδα συγκεντρώνει μέσα στο ίδιο πιάτο όλα τα γούστα και όλες τις ηλικίες. Η καταγωγή της, μια ιστορία από θρύλους και μύθους, αφού κάθε λαός διεκδικεί την αρχή της νοστιμιάς της: άλλοι λένε ότι ο Μάρκο Πόλο την έφερε από την Άπω Ανατολή, ωστόσο, από την αρχαιότητα την μαγείρευαν τόσο οι Κινέζοι, όσο οι Αρχαίοι Έλληνες, οι Ετρούσκοι και οι Ρωμαίοι. Η μαγική ανάμειξη του αλευριού με το νερό συνεχίζει να πλάθει μαγικά σχήματα, να μπαίνει στον φούρνο, στο τηγάνι και την κατσαρόλα, μαγειρεύοντας μυριάδες γεύσεις της θαλπωρής, που δεν μίσησε ποτέ κανείς.Τα μυστικά για να κάνεις την καλύτερη pasta

*Τα ζυμαρικά βράζονται πάντα σε μεγάλη ποσότητα νερού. Για 1 πακέτο, να υπολογίσεις 6 λίτρα νερού.

*Μη διανοηθείς να βράσεις πάνω από ένα κιλό μακαρόνια τη φορά στην ίδια-μεγάλη- κατσαρόλα. Θα κολλήσουν και θα θυμίζουν κάτι από στόκο.

*Όσο βράζουν, μην ξεχνάς να τους ρίχνεις ένα καλό ανακάτεμα μια-δυό φορές.

* Μη φοβηθείς ν’αλατίσεις γενναία το νερό που βράζουν, αυτό είναι το βασικότερο μυστικό της νοστιμιάς τους. Σε κάθε πακέτο αντιστοιχούν 2 γεμάτες κ.σ. αλάτι.

*Ρίχνουμε τα ζυμαρικά όταν το νερό κοχλάζει για τα καλά.

*Το νερό δεν θα αφρίσει αν αφήσουμε μέσα μια ξύλινη κουτάλα όσο βράζουν τα μακαρόνια.

*Η μεταλλική κουτάλα ρίχνει τη θερμοκρασία, οπότε προτιμάμε μια ξύλινη για το ανακάτεμα.

*Αν τα θέλουμε αρωματικά, μπορούμε να προσθέσουμε στο νερό που βράζουν ένα κρεμμύδι κομμένο στα δυό, οποιοδήποτε μυριστικό όπως φασκόμηλο ή θυμάρι ή δυό σκελίδες σκόρδο κομμένες στη μέση.

*Το σωστό al dente απαιτεί 3-4 λεπτά για τη φρέσκια pasta και 7-12 για την κοινή pasta. Οι γνωστές μάρκες διατηρούνται al dente ακόμη κι αν ξεχαστείς λιγάκι στους χρόνους που γράφει το κουτί.

*Κοιτάμε τον χρόνο που γράφει η συσκευασία και τα στραγγίζουμε 1 λεπτό νωρίτερα, αφού και στη διαδικασία από το στράγγισμα ως το πιάτο, το ζυμαρικό συνεχίζει να βράζει.


Τα “όχι” τους

*Δεν σκεπάζουμε ποτέ την κατσαρόλα που βράζουν!

*Ο μύθος λέει πως 1-2 κ.σ. λάδι στο νερό βοηθά τα μακαρόνια να μην κολλήσουν μεταξύ τους. Λάθος, καθώς το λάδι τα κάνει να γλυστρούν και να μην απορροφούν σωστά τη σάλτσα τους στη συνέχεια.

*Ακόμη και αν η συνταγή μας απαιτεί να στραγγίσουμε τα ζυμαρικά, δεν τα ξεπλένουμε με νερό της βρύσης, γιατί φεύγει το άμυλο που θα “δέσει” τη σάλτσα.

*Οι μαμάδες μπορεί να έκαιγαν το λάδι ή το βούτυρο αλλά εμείς που τρώμε υγιεινότερα, δεν έχουμε κανένα λόγο να το κάνουμε, αφού η σάλτσα που θα πέσει πάνω τους περιέχει ούτως ή άλλως λιπαρή ουσία. Αν επιμένουμε να τα βουτυρώσουμε, τα βάζουμε στη φωτιά με το βούτυρο και μερικές κουταλιές από το νεράκι που έβρασαν. Έτσι θα γίνουν ζουμερά και αρωματικά.

*Τα μακαρόνια που περιμένουν στο σουρωτήρι μια ώρα μέχρι να φθάσουν στο τραπέζι δεν θα αποκτήσουν ποτέ τη νοστιμιά που τους αξίζει: αυτή κρύβεται στην ταχύτητα από το σουρωτήρι και το ανακάτεμα με τη σάλτσα ως το τραπέζι.

*Τα παραβρασμένα ζυμαρικά γίνονται δύσπεπτα.

*Αν δεν τα φάμε αμέσως, δεν τα αφήνουμε μέσα στο νερό τους. Ασχημαίνουν και χάνουν τη γεύση τους.




Ο σωστός γάμος

*Τα κοντά ζυμαρικά (ριγκατόνι, πένες, φιογκάκια, σέλινο) ταιριάζουν στις σαλάτες.

*Τα μακρυά ζυμαρικά ταιριάζουν καλύτερα σε κόκκινες σάλτσες ή σε πλούσιες σάλτσες με κρέας, ψάρι και κοτόπουλο ενώ τα κοντά σε λευκές σάλτσες.

*Το τυρί που θα τους προσθέσουμε δίνει περισσότερη νοστιμιά αν το ανακατέψουμε με τα ζυμαρικά πριν τους προσθέσουμε τη σάλτσα.

Η σωστή μερίδα

Υπολογίζουμε 150 γρ. για κάθε μερίδα, αυξάνοντας στα 200 στα φρέσκα ζυμαρικά και στα ελληνικά τοπικά που είναι πιο ελαφριά.


Ο ιταλικός τρόπος-που είναι ο νοστιμότερος

*Οι ιταλοί δεν ξεπλένουν ποτέ τα μακαρόνια κάτω από το νερό της βρύσης.

*Και δεν σερβίρουν από πάνω τη σάλτσα στο πιάτο όπως το συνηθίζει η μαμά μας.

*Για να μιλήσει άπταιστα ιταλικά η καθημερινή μας μακαρονάδα, ετοιμάζουμε πρώτα τη σάλτσα και παράλληλα βράζουμε τα μακαρόνια.

*2-3 λεπτά πριν βράσουν όπως ακριβώς τα θέλουμε, τραβάμε την κατσαρόλα από τη φωτιά και δεν τα στραγγίζουμε.

*Με πολύ γρήγορες κινήσεις, στο φαρδύ τηγάνι που έχουμε κάνει τη σάλτσα, βάζουμε την επιθυμητή ποσότητα ζυμαρικών με τρυπητή κουτάλα, σε δυνατή φωτιά.

*Το λίγο νεράκι που θα παρασύρει η κουτάλα θα “δέσει” ιδανικά τη μακαρονάδα.

*Έτσι ελέγχουμε την ιδανική ισορροπία ζυμαρικών και σάλτσας που πρέπει να είναι μισή-μισή.

*Σ’αυτή τη φάση προσθέτουμε λίγο τυρί και το φρέσκο μυρωδικό μας (βασιλικό ή μαϊντανό) και με γρήγορες κινήσεις ανακατεύουμε μέχρι να σωθεί τελείως το ζουμάκι, όχι πάνω από 1 λεπτό.

*Σερβίρουμε αμέσως!


Τα γρήγορα

Όλα τα ζυμαρικά δεν απαιτούν τον ίδιο χρόνο μαγειρέματος.

Η φρέσκια πάστα χρειάζεται μόνον 3 λεπτά για να μην λασπώσει. Το ίδιο και τα ζυμαρικά με αβγό και τα χωρίς γλουτένη. Αλλά αι τα περισσότερα ελληνικά ζυμαρικά μικρής παραγωγής, στα οποία συνήθως δεν αναγράφεται ο χρόνος βρασμού. Για να μην μας βγουν μια λασπωμένη μάζα είμαστε από πάνω και δοκιμάζουμε: ενίοτε χρειάζονται ένα μόλις λεπτό μαγείρεμα!


Η πολυμορφική σάλτσα ντομάτα

Για τη νοστιμότερη σάλτσα, σιγομαγειρεύουμε σε φαρδύ τηγάνι 5 ώριμες ψιλοκομμένες και ξεφλουδισμένες ντομάτες, 8 κ.σ. ελαιόλαδο, 2 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένο και 1 κ.σ. κοφτή ζάχαρη. Αν θέλουμε, 2 λεπτά πριν το τέλος προσθέτουμε και λίγα ντοματίνια σε ροδέλες. Κρατάει μια εβδομάδα στο ψυγείο και μαγειρεύει χίλιες διαφορετικές μακαρονάδες: σοτάρουμε στο τηγάνι οποιοδήποτε υλικό, από λαχανικά, κοτόπουλο, αλλαντικά, κρέας ή τόνο και την προσθέτουμε την τελευταία στιγμή μαζί με τα ζυμαρικά. Στο σερβίρισμα της προσθέτουμε το μυρωδικό που μας αρέσει: δυόσμο, μαϊντανό, βασιλικό, ρίγανη ή θυμάρι.


Στο φούρνο

*Σε ένα κάλεσμα, η μακαρονάδα δεν είναι το ιδανικό πιάτο, αφού σκλαβώνει τη νοικυρά στην κουζίνα την τελευταία στιγμή. Τη λύση δίνουν τα ζυμαρικά στο φούρνο, που μπορούμε να ψήσουμε έως και μια ώρα πριν έρθουν οι καλεσμένοι, όχι όμως και παραπάνω.

*Στην περίπτωση του φουρνιστού, δυό είναι οι μεγάλοι κίνδυνοι: να ξεραθεί η επιφάνεια ή να μην ανακατευτεί καλά το ζυμαρικό με τη σάλτσα στο εσωτερικό.

*Γι’αυτό, όταν έχουμε ζυμαρικά σε στρώσεις με κάτι άλλο, φροντίζουμε να βάζουμε μικρές ποσότητες (μισή γέμιση-μισό ζυμαρικό) και να προσθέτουμε λίγο τριμμένο τυρί και μερικά κυβάκια βούτυρο σε κάθε στρώση ζυμαρικών.

*Για να μην καεί η επιφάνεια, πασπαλίζουμε με μια γενναία δόση τυρί και τριμμένη φρυγανιά, ακόμη και όταν το φαγητό μας τελειώνει με μια μπεσαμέλ (όπως το παστίτσιο).

*Βγάζουμε τα ζυμαρικά από το φούρνο μόλις χρυσίσει η επιφάνεια και λιώσει το τυρί. Αν παραψηθεί, χάνει την υφή και τη γεύση του και γίνεται μια αδιάφορη, ξεροψημμένη πέτσα.


Στη λαδόκολλα

Μια οποιαδήποτε μακαρονάδα, με σάλτσα που μαγειρεύεται στο τηγάνι, μπορεί να γίνει και στη λαδόκολλα. Μ’αυτή την τεχνική, οι γεύσεις και τα αρώματα ανακατεύονται ομοιόμορφα και ποτίζουν το ζυμαρικό. Αφετέρου, μας λύνουν τα χέρια σε περίπτωση που έχουμε καλεσμένους: έτσι, δεν χρειάζεται να είμαστε πάνω από τις κατσαρόλες την τελευταία στιγμή. Μπορούμε να ψήσουμε τη μακαρονάδα έως και 1ώρα πριν καθίσουμε στο τραπέζι. Σ’αυτή την περίπτωση προτιμάμε ζυμαρικά με χρόνο βρασμού από 8 ως 15 λεπτά. Τα βράζουμε στο μισό του αναγραφόμενου χρόνου, τα ανακατεύουμε με τη σάλτσα που οφείλει να είναι μπόλικη και τα τυλίγουμε σε λαδόκολλα που θα βάλουμε σε γλάστρα ή σε βαθύ ταψάκι. Ψήνουμε για μισή ώρα στους 180 βαθμούς και ανοίγουμε το πακέτο στο τραπέζι!


Στα χαρακώματα της θερμίδας

*Τα ζυμαρικά από μόνα τους δεν παχαίνουν. Μόνον οι σάλτσες που τα συνοδεύουν.

Τα 200 γρ. (μια μερίδα) περιέχουν μόνο 180 θερμίδες.

*Στα ελληνικά εστιατόρια οι μακαρονάδες σερβίρονται σε μερίδες που μοιάζουν με τον Όλυμπο. Οι ιταλοί, αντίθετα έχουν απόλυτη αίσθηση της ποσότητας που χορταίνει χωρίς να παχαίνει: 120 γρ. άβραστης πάστας ή 2 φλ. βρασμένη, είναι το ιδανικό της γραμμής.

*Το τέλειο διαιτητικό πάντρεμα αγαπά τη μακαρονάδα με ντομάτα, οποιαδήποτε σάλτσα ή συνδυασμό λαχανικών και χωρίς τυρί κατά προτίμηση.

*Στην αγορά των τοπικών και βιολογικών προϊόντων κυκλοφορούν πλέον νοστιμότατα, «εναλλακτικά» ζυμαρικά που σέβονται περισσότερο την υγεία και μακροημέρευσή μας: από καλαμποκάλευρο, από πλήρες αλεύρι, από φάρο, από δίκοκκο σιτάρι (ζέα) ή από σόγια.

*Ενδεικτικά, μια μερίδα μακαρόνια με ντομάτα ή λαχανικά περιέχει 400 θερμίδες όταν ένα κομμάτι παστίτσιο ανεβαίνει στις 700.

Τα περισεύματα ενός πακέτου

*Πολλές φορές στο ντουλάπι μας απομένουν μικρές ποσότητες σε πακετάκια, που από μόνες τους δεν μαγειρεύουν ούτε μια μερίδα. Εκμεταλευόμαστε τα υπόλοιπα στις χειμωνιάτικες σούπες, ακόμη και τα σπαγκέτι, που θα τα σπάσουμε σε μικρά κομμάτια.

*Τα βρασμένα μακαρόνια που περίσεψαν από την προηγούμενη γίνονται ωραιότατες ομελέτες ή μακαρονόπιτες.

Πηγή: http://www.pirouni.gr